Μια όμορφη παρακαταθήκη από μαντινάδες, συνταγές, λαϊκές ιστορίες, μνήμες της κατοχής κι ανέκδοτα, μας έχουν αφήσει πολλοί από τους ηλικιωμένους φιλοξενούμενους του Αννουσάκειου Ιδρύματος Κισάμου.
Παρακαταθήκη που, ψάχνοντας στις σημειώσεις μας τώρα που η επίσκεψή μας στο Ίδρυμα δεν είναι εφικτή λόγω κορωνοιού, ανασκαλέψαμε και σκεφτήκαμε να μοιραστούμε μαζί σας.
Σημειώσεις που διαβάζοντάς τις άλλοτε συγκινείσαι, άλλοτε προβληματίζεσαι, άλλοτε πάλι γελάς με τα αστεία τους.
Κι επειδή τώρα, όσο ποτέ άλλοτε έχουμε ανάγκη από λίγο γέλιο θα σας παραθέσουμε ένα μέρος από αστείες μαντινάδες που μας χάρισαν με όλη τους την αγάπη…
Τους ευχαριστούμε…
Να με πετροβολήσουνε, μ΄ ένα κομμάτι χοίρο
και να τσουρίσω να βρεθώ, στου βαρελιού τον πύρο.
(κ. Ανδρέας )
Κρασί σε πίνω για καλό και συ κακό μου κάνεις,
από το δρόμο βγάνεις με και στα κλαδιά με βάνεις.
(κ. Βαγγελιώ )

Αχι και να΄ χα μια κρασιά και τέσσερα στραγάλια,
να δεις πως θα τραγούδουνα, με δίχως παρακάλια.
(κ. Βαγγελιώ )
Ρακί κρασί δεν έπινα, μέχρι να σ΄ αγαπήσω,
τώρα τα πίνω και τα δυο, για να σε λησμονήσω.
(κ. Βαγγελιώ )
Ένας μπεκρής ψυχομαχεί κάτω απ΄ το βαρέλι
και το Θεό παρακαλεί μη ξεραθεί τ΄ αμπέλι
(κ. Μιχάλης )
Βάλε μου γρε ένα κρασί απ΄ πούναι στο βαρέλι
να δεις για πότε γίνομαι δεκαοχτώ χρονώ κοπέλι!
(κ. Κώστας)
Bάλε κρασί στο μαστραπά και θέστο στον αέρα
κι αν δεν το πιώ την Κυριακή το πίνω τη Δευτέρα
(κ. Κώστας)
Τα τρυγοπατήματα θα έρθω στο χωριό σου
και τη γειτονοπούλα σου θα τη φιλήσω ομπρός σου!
Να΄ ταν η θάλασσα κρασί και τα καράβια κούπες
και οι άγκυρες των καραβιών τηγανισμένες βούπες
(κ. Στέλιος )
ΤΟΥ ΓΑΤΗ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Όξω στον ήλιο ξάπλωσε, τ΄ ατζάκι του κορδίζει
και τα ματάκια του κινεί και δεν τ΄ αναντρανίζει.
Οι ποντικοί τον εθωρούν, απ΄ τη σκαλοθυρίδα,
άντε μωρέ και ψόφησε, ο γάτης που κυνήγα.
Μπαίνουν και περμαζόνονται, όλοι μικροί μεγάλοι,
να πάνε να σηκώσουνε, του γάτη το κουφάρι.
Όντε τον επερνούσανε, στου φούρνου την καμάρα,
ετίναξε τ΄ ατζάκι του και τς ήπιασε τρομάρα.
Τη λιχουδιά θωρεί ομπρός, την τέχνη του θυμάται
κι αρχίζει να τσι κυνηγά, χωρίς να τσι λυπάται.
Ωχ τσι μεγάλους ποντικούς, τσι πιάνει απ΄ τ’ αυτάκι,
μα εις τα ποντικόπουλα, χαδεύει το λαιμάκι!!!!!
ΔΥΟ ΓΡΑΔΕΣ ΕΜΑΛΩΝΑΝΕ

Δυο γράδες εμαλώνανε εις το Ντανταλομούρι
κι η μια τσ΄ άλλης ελέγε «μωρή τον άντρα μου΄ χεις».
Αν έχω γω τον άντρα σου να αδικοθανατίσω
κι από τ΄ αυγό να γκρεμιστώ στ΄ άχερα να χτυπήσω.
(κ. Ευθυμία )
Η μάνα του όταν τον έκανε καλλιά ήταν να κάνει
ένα κατσούλι μαλλιαρό τσοι ποντικούς να πιάνει
(κ. Χαρίκλεια )
Ετούτα είχα να σας πω, φίλοι μ’ αγαπημένοι
Η καραντίν’ ας όψεται, που ‘μαστε χωρισμένοι.
Και μη ξεχνάτε:
Τη μαντινάδα δυο φορές ποτέ να μην τη λέεις
γιατί θαρρούνε οι κοπελιές πως άλλη δεν κατέεις!!!!
Αφήστε μια απάντηση