Μήνας: Δεκέμβριος 2020

Χριστούγεννα αλλιώτικα και προσφορά αγάπης

Ετούτα τα Χριστούγεννα κι ο ερχομός του καινούργιου χρόνου αλλιώτικα, πιο μαγικά φαντάζουνε.

Αλλιώτικες εποχές, δύσκολες κι εφιαλτικές στιγμές που τορπιλίζουν το είναι μας, συγκλονίζουν κάθε λογικό συνάνθρωπο και σφυρηλατούνται στο αμόνι της ζωής για να μείνουνε χαραγμένες ανεξίτηλα στο τεφτέρι της θύμησης.

Κι οι κατοπινές γιαγιάδες θα λένε παραμύθια στα εγγονάκια τους, όχι μόνο για νεράιδες και βασιλόπουλα μα και για τούτες τις απίστευτες εικόνες που ζήσανε ή που ακούσανε.

“Δως του κλώτσου να γυρίσει, παραμύθι ν’ αρχινίσειιιι!!!”

«Μια φορά κι έναν καιρό, μικρό κοριτσάκι ήμουνα, μα τα θυμάμαι σα νάναι τώρα. «

«Πάσχα, καλό μου, Πάσχα ήτανε κι οι εκκλησιές αδειανές! Δεν έγινε η Ανάσταση στο προαύλιο με τα φανταχτερά πυροτεχνήματα, δεν κάψανε τον Ιούδα, δεν τσουγκρίσαμε αυγά κόκκινα, δε φάγαμε μαγειρίτσα παρά μόνο με την οικογένειά μας κλεισμένοι στο σπίτι. Μηδέ και τον Επιτάφιο περιφέρανε, δεν προσκυνήσαμε, δεν φιλήσαμε τον Αναστημένο Χριστό μας στην εκκλησιά, παιδάκι μου! «

«Γιατί μια κακιά μάγισσα, εχτρέφτηκε τους αθρώπους, κι έφερε έναν πολύ κακό εχθρό, αόρατο, δε φαινότανε με το μάτι, και τον σκόρπισε παντού. Σ’ όλο τον κόσμο κι όλη την Ελλάδα. Και στην πατρίδα μας το Καστέλι. Κλειστήκαμε στα σπίτια! Οι γονείς δεν έβλεπαν τα παντρεμένα παιδιά τους, ούτε τα αδέρφια και συγγενείς. Φοβόντουσαν μην κολλήσει ο ένας τον άλλο αυτή την καταραμένη αρρώστια. Κορονοϊό τη λέγανε. Ο κόσμος κουράστηκε, χρυσό μου, μα κάναμε υπομονή. Υπομονή γιατί πολλοί οι άρρωστοι, τα νοσοκομεία γιομάτα και, θυμάμαι, τότε πεθαίνανε ολομόναχοι εκατοντάδες άνθρωποι κάθε μέρα!.«

«Ο Χριστούλης μας, γεννήθηκε ολόμονος στην ταπεινή φάτνη. Πάλι κλειστές οι εκκλησιές, με λιγοστούς πιστούς, να μετριούνται στα δάχτυλα των χεριών μας!.Τα παιδάκια δεν ήρθανε για κάλαντα μηδέ κι ο παπάς να αγιάσει τα σπίτια. Βασιλόπιτα, μόνοι με την οικογένεια κόψαμε. Δεν ρίξανε το σταυρό στη γαληνεμένη θάλασσα! «

«Όχι μόνο αυτά, αλλά η κακιά μάγισσα ζήλεψε γερόντους και γερόντισσες στα γηροκομεία, παιδάκι μου, τρύπωσε κρυφά, έσπειρε τον κορονοϊό και σκόρπισε το θάνατο. Σε πολλά γηροκομεία στην Ελλάδα.

Μα εδώ στον τόπο μας, στο Αννουσάκειο Ίδρυμα, ήτανε καλά αμπαρωμένες οι πόρτες, ψυχή δεν πέρναγε, μηδέ κι η κακιά μάγισσα. Γιατί κάτι γενναία παλικάρια, ο πρόεδρος ο διευθυντής, και το προσωπικό δεν αφήνανε ούτε μολυσμένος αγέρας να περάσει από την κλειδαρότρυπα.  Μα κι απ’ όξω ήτανε φύλακες. Όχι πληρωμένοι, μα εθελοντές. Εθελοντές είναι κείνοι που αφήνουνε το χουζούρι τους, παιδάκι μου, και τρέχουν για άλλους συνανθρώπους που χρειάζονται βοήθεια. Ήτα νε, λοιπόν, οι λεγόμενοι ¨Φίλοι του Αννουσάκειου¨ που προσφέρανε προσωπική δουλειά μα και οικονομική βοήθεια κατά δύναμη….»  

Τέτοια θα λέει, μετά από χρόνια, η γιαγιά στα εγγονάκια της.

Τούτα θα λέει, τα σημερινά κι ιστορικά δρώμενα τα οποία βιώνουμε ή τα βλέπουμε σε εφημερίδες και τηλεόραση.

Κι όσο κοντεύουν οι Άγιες Ημέρες των Χριστουγέννων, όσο οι ανάμικτοι ύμνοι με τα ¨Ωσανά¨ των ουρανών -όλο και περισσότερο- θα ηχούν στα αυτιά μας, η ουσία του ¨Χριστός Γεννάται¨ πλημμυρίζει το είναι μας.

Κι εμείς, προβληματισμένοι, φιλοσοφούμε, συμπάσχουμε και των αδυνάτων τις πληγές να απαλύνουμε πασκίζουμε.

Να δώσουμε αγάπη και στήριξη, να αναζητήσουμε ξεχασμένες αξίες και να πιστέψουμε ότι η ανθρωπιά δεν είναι ξεπερασμένη, μηδέ η ανάγκη να αγαπάς και να αγαπιέσαι.

Μια αγάπη που αυθόρμητα πρέπει να δίνουμε για να νιώσουμε τη γαλήνη, την ικανοποίηση πως πράξαμε το καθήκον μας και, βράδυ πια, να απολαύσουμε αυτόν, τον ήσυχο βαθύ ύπνο. Ανεκτίμητο αγαθό το κέρδος μας.

Δίνεις ύλη, απολαμβάνεις ευτυχία.

Πολυποίκιλη κι η φετινή προσφορά αγάπης, φίλοι μου, από τους εθελοντές συνανθρώπους μας. Γιατί εθελοντισμός και αγάπη με σφιχτοδεμένο κομποσκοίνι μοιάζουν.

Ας ξεχωρίσουμε μερικά, χωρίς καμιά αξιολόγηση, έτσι στην τύχη.

Η Ρένα Μαρκάκη, ας πούμε, από την Αθήνα, έστειλε μια ηλεκτρική κιθάρα συνοδευόμενη με τη μικροφωνική εγκατάσταση και μεγάφωνα για να δοθεί σε ένα φτωχό παιδί εδώ στο Καστέλι.

Εξ άλλου, από την εταιρία Level των Σπυρόπουλος Ιωάννης–  Βαρόνος Αντρέας, προσέφεραν 222 ζευγάρια ανατομικά παπούτσια για τις ανάγκες του Αννουσάκειου Ιδρύματος.

Μα και κάποιος δωρητής από το Σάσαλο, που κρατάει ανωνυμία, έστειλε οχτώ συσκευασίες-δοχεία εκλεκτό ελαιόλαδο, περί τα εκατό κιλά, για το Αννουσάκειο Ίδρυμα.

Ήρθε κι η παρότρυνση από το Σεβασμιότατο Μητροπολίτη μας Αμφιλόχιο, ευαισθητοποιήθηκαν διάφοροι συμπολίτες μας που προσέφεραν καθώς και το Δ.Σ. του Συνδέσμου ¨Φίλοι του Αννουσάκειου¨ που ανταποκρίθηκε άμεσα προσφέροντας χρηματικό ποσό για κάλυψη μέρους των εξόδων θεραπείας ενός παιδιού εδώ στον τόπο μας που αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα υγείας κι αδυνατεί η οικογένειά του να αντιμετωπίσει τα έξοδα νοσηλείας, εγχειρήσεως και ακριβών φαρμάκων. Μα και στους φιλοξενούμενους του Αννουσάκειου δόθηκαν από το Σύνδεσμο ¨Φίλοι του Αννουσάκειου¨  90 κολόνιες για τις ανάγκες τους.

Δε μου μένει φίλοι μου, παρά ευχές προς όλους για Καλά κι Ευλογημένα Χριστούγεννα, να έχουμε υγεία και να απαλλαγούμε από τούτη την πανδημία που μας βασανίζει. Κι ο καινούργιος χρόνος να είναι καλλίτερος από τον προηγούμενο.

                                                                                   Γιώργος Καμβυσέλλης

Αστείες μαντινάδες από ηλικιωμένους του Αννουσάκειου

Μια όμορφη παρακαταθήκη από μαντινάδες, συνταγές, λαϊκές ιστορίες, μνήμες της κατοχής κι ανέκδοτα, μας έχουν αφήσει πολλοί από τους ηλικιωμένους φιλοξενούμενους του Αννουσάκειου Ιδρύματος Κισάμου.

Παρακαταθήκη που, ψάχνοντας στις σημειώσεις μας τώρα που η επίσκεψή μας στο Ίδρυμα δεν είναι εφικτή λόγω κορωνοιού, ανασκαλέψαμε και σκεφτήκαμε να μοιραστούμε μαζί σας.

Σημειώσεις που διαβάζοντάς τις άλλοτε συγκινείσαι,  άλλοτε προβληματίζεσαι, άλλοτε πάλι γελάς με τα αστεία τους.

Κι επειδή τώρα, όσο ποτέ άλλοτε έχουμε ανάγκη από λίγο γέλιο θα σας παραθέσουμε ένα μέρος από αστείες μαντινάδες που μας χάρισαν με όλη τους την αγάπη…

Τους ευχαριστούμε…

Να με πετροβολήσουνε, μ΄ ένα κομμάτι χοίρο

και να τσουρίσω να βρεθώ, στου βαρελιού τον πύρο.

(κ. Ανδρέας )

Κρασί σε πίνω για καλό και συ κακό μου κάνεις,

από το δρόμο βγάνεις με και στα κλαδιά με βάνεις.

(κ. Βαγγελιώ )

Αχι και να΄ χα μια κρασιά και τέσσερα στραγάλια,

να δεις πως θα τραγούδουνα, με δίχως παρακάλια.

(κ. Βαγγελιώ )

Ρακί κρασί δεν έπινα, μέχρι να σ΄ αγαπήσω,

τώρα τα πίνω και τα δυο, για να σε λησμονήσω.

(κ. Βαγγελιώ )

Ένας μπεκρής ψυχομαχεί κάτω απ΄ το βαρέλι

 και το Θεό παρακαλεί μη ξεραθεί τ΄ αμπέλι

(κ. Μιχάλης )

Βάλε μου γρε ένα κρασί απ΄  πούναι στο βαρέλι

να δεις για πότε γίνομαι δεκαοχτώ χρονώ κοπέλι!

(κ. Κώστας)

Bάλε κρασί στο μαστραπά και θέστο στον αέρα

κι αν δεν το πιώ την Κυριακή το πίνω τη Δευτέρα

(κ. Κώστας)

Τα τρυγοπατήματα θα έρθω στο χωριό σου

και τη γειτονοπούλα σου θα τη φιλήσω ομπρός σου!

Να΄ ταν η θάλασσα κρασί και τα καράβια κούπες

και οι άγκυρες των καραβιών τηγανισμένες βούπες

 

(κ. Στέλιος )

ΤΟΥ ΓΑΤΗ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Όξω στον ήλιο ξάπλωσε, τ΄ ατζάκι του κορδίζει

και τα ματάκια του κινεί και δεν τ΄ αναντρανίζει.

Οι ποντικοί τον εθωρούν, απ΄ τη σκαλοθυρίδα,

άντε μωρέ και ψόφησε, ο γάτης που κυνήγα.

Μπαίνουν και περμαζόνονται, όλοι μικροί μεγάλοι,

να πάνε να σηκώσουνε, του γάτη το κουφάρι.

Όντε τον επερνούσανε, στου φούρνου την καμάρα,

ετίναξε τ΄ ατζάκι του και τς ήπιασε τρομάρα.

Τη λιχουδιά θωρεί ομπρός, την τέχνη του θυμάται

κι αρχίζει να τσι κυνηγά, χωρίς να τσι λυπάται.

Ωχ τσι μεγάλους ποντικούς, τσι πιάνει απ΄ τ’ αυτάκι,

μα εις τα ποντικόπουλα, χαδεύει το λαιμάκι!!!!!

ΔΥΟ ΓΡΑΔΕΣ ΕΜΑΛΩΝΑΝΕ

Δυο γράδες εμαλώνανε εις το Ντανταλομούρι

κι η μια τσ΄ άλλης  ελέγε «μωρή τον άντρα μου΄ χεις».

 Αν έχω γω τον άντρα σου να αδικοθανατίσω 

κι από τ΄ αυγό να γκρεμιστώ στ΄ άχερα να χτυπήσω.

 (κ. Ευθυμία )

Η μάνα του όταν τον έκανε καλλιά ήταν να κάνει

 ένα κατσούλι μαλλιαρό τσοι ποντικούς να πιάνει

(κ. Χαρίκλεια )

Ετούτα είχα να σας πω, φίλοι μ’ αγαπημένοι

Η καραντίν’ ας όψεται, που ‘μαστε χωρισμένοι.

Και μη ξεχνάτε:

Τη μαντινάδα δυο φορές ποτέ να μην τη λέεις

 γιατί θαρρούνε οι κοπελιές πως άλλη δεν κατέεις!!!!